Η σχέση με τους γονείς στην παιδική ηλικία καθοριστική για τις σεξουαλικές φαντασιώσεις
Μελέτη στην Τσεχία δείχνει ότι οι σχέσεις με τους γονείς διαμορφώνουν τις μελλοντικές σεξουαλικές τάσεις.
Μια νέα έρευνα από την Τσεχία δείχνει ότι η σχέση του παιδιού με τους γονείς μπορεί να επηρεάσει τον τρόπο που εκφράζεται η σεξουαλικότητα στην ενήλικη ζωή. Σύμφωνα με τα ευρήματα, όσοι μεγάλωσαν μέσα σε συνθήκες συναισθηματικής απόστασης ή αστάθειας είχαν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν πιο βίαιες ή ελεγκτικές σεξουαλικές φαντασιώσεις, σε σύγκριση με όσους ένιωθαν ασφάλεια και αποδοχή στην οικογένεια τους. Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο Archives of Sexual Behavior, προσπαθεί να εξηγήσει γιατί η παιδική συναισθηματική ασφάλεια φαίνεται να παίζει ρόλο ακόμη και στις πιο προσωπικές πτυχές της ανθρώπινης επιθυμίας.
Παραφιλίες: όταν η διαφορετικότητα δεν σημαίνει παθολογία
Όπως διαβάζουμε στο PsyPost, οι λεγόμενες «παραφιλίες» δεν είναι απαραίτητα παθολογικές. Ο όρος αναφέρεται σε ασυνήθιστες μορφές σεξουαλικού ενδιαφέροντος, που μπορεί να περιλαμβάνουν φαντασιώσεις, επιθυμίες ή συμπεριφορές πέρα από τα κοινωνικά αποδεκτά πρότυπα. Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι οι παραφιλίες δεν αποτελούν πάντα διαταραχή – μόνο όταν προκαλούν έντονη δυσφορία στο άτομο ή αφορούν μη συναινετικές πράξεις. Σε περιπτώσεις όπου υπάρχει συναίνεση και σεβασμός, οι φαντασιώσεις αυτές θεωρούνται απλώς διαφορετικές εκφράσεις της ανθρώπινης σεξουαλικότητας.
Η συγκεκριμένη μελέτη όμως εστίασε στις βίαιες παραφιλίες, δηλαδή εκείνες που συνδέονται με την επιβολή, τον πόνο ή την ταπείνωση. Παραδείγματα είναι ο σαδομαζοχισμός, η σεξουαλική επιθετικότητα ή η διέγερση από πράξεις εξαναγκασμού. Οι ερευνητές υπέθεσαν ότι τέτοιες φαντασιώσεις ενδέχεται να σχετίζονται με συναισθηματικά κενά που δημιουργήθηκαν από ασταθείς ή απορριπτικές σχέσεις με τους γονείς στην παιδική ηλικία.
Η παιδική ανασφάλεια ως γέφυρα προς τις βίαιες φαντασιώσεις
Η έρευνα περιέλαβε περίπου 1.600 ενήλικες, άνδρες και γυναίκες, με μέσο όρο ηλικίας τα 51 έτη. Οι συμμετέχοντες απάντησαν σε ερωτηματολόγια σχετικά με τη σχέση τους με κάθε γονέα τα πρώτα 12 χρόνια της ζωής τους, καθώς και για το πώς νιώθουν στις στενές σχέσεις τους σήμερα.
Οι τύποι προσκόλλησης είναι συνήθως κατανοητοί και διακριτοί σε δύο διαστάσεις: την αγχώδη προσκόλληση (φόβο εγκατάλειψης) και την αποφευκτική προσκόλληση (δυσφορία στην οικειότητα). Αυτές οι δύο διαστάσεις συνδυαστικά σχηματίζουν τέσσερις διακριτούς τύπος προσκόλλησης: τον ασφαλή (χαμηλό άγχος και χαμηλή αποφυγή), τον προσηλωμένο (υψηλό άγχος, χαμηλή αποφυγή), τον απορριπτικό-αποφευκτικό (χαμηλό άγχος, υψηλή αποφυγή) και τον φοβικό-αποφευκτικό (υψηλό άγχος και υψηλή αποφυγή). ΟΙ τρεις τελευταίοι θεωρούνται ανασφαλείς τύποι προσκόλλησης.
Οι απαντήσεις έδειξαν ότι όσοι δήλωσαν κακή σχέση με τους γονείς τους είχαν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν ανασφαλείς μορφές δεσμού και, στη συνέχεια, πιο βίαιες ή εξουσιαστικές σεξουαλικές φαντασιώσεις. Αντίθετα, όσοι ένιωθαν ότι είχαν μεγαλώσει με αγάπη και σταθερότητα εμφάνισαν πολύ χαμηλότερα ποσοστά τέτοιων σκέψεων. Το μοντέλο που πρότειναν οι ερευνητές έδειξε ότι η ανασφάλεια στις συναισθηματικές σχέσεις λειτουργεί ως «γέφυρα» ανάμεσα στο παιδικό τραύμα και στις μετέπειτα σεξουαλικές τάσεις.
Αν και η έρευνα δεν αποδεικνύει άμεση σχέση αιτίου και αποτελέσματος, αναδεικνύει ένα πιθανό ψυχολογικό «μονοπάτι»: τα παιδιά που δεν ένιωσαν συναισθηματικά ασφαλή μεγαλώνουν συχνά με αυξημένο άγχος απόρριψης ή δυσκολία εμπιστοσύνης. Αυτές οι δυσκολίες, σύμφωνα με την ομάδα της ψυχολόγου Έλεν Ζάκρεσκι, μπορεί αργότερα να εκφραστούν μέσα από φαντασιώσεις που περιλαμβάνουν έλεγχο, κυριαρχία ή υποταγή – ως τρόπους επανάληψης ή «διόρθωσης» παλιών συναισθηματικών εμπειριών.
Οι ειδικοί ωστόσο τονίζουν ότι τα αποτελέσματα αφορούν στατιστικές τάσεις και όχι κανόνα. Οι συσχετίσεις είναι μεν υπαρκτές, αλλά δεν καθορίζουν από μόνες τους τη σεξουαλική συμπεριφορά ενός ατόμου. Η ανθρώπινη επιθυμία είναι αποτέλεσμα πολύπλοκων ψυχολογικών, βιολογικών και κοινωνικών παραγόντων, και δεν μπορεί να εξηγηθεί από ένα μόνο στοιχείο του παρελθόντος.
Το μήνυμα της μελέτης: κατανόηση χωρίς ενοχή
Η μελέτη πάντως προσφέρει ένα σημαντικό μήνυμα: οι πρώτες συναισθηματικές εμπειρίες διαμορφώνουν όχι μόνο τον τρόπο που σχετιζόμαστε με τους άλλους, αλλά και τον τρόπο που βιώνουμε τη δική μας επιθυμία. Η κατανόηση αυτού του δεσμού μπορεί να βοηθήσει τόσο τους ειδικούς ψυχικής υγείας όσο και τα ίδια τα άτομα να προσεγγίσουν τις φαντασιώσεις τους χωρίς ενοχή, αλλά με επίγνωση και αυτογνωσία.